Οι απόγονοι παχύσαρκων μητέρων διατρέχουν κίνδυνο πρώιμου θανάτου από καρδιακά αίτια

14/10/2013

Τα άτομα που έχουν γεννηθεί από παχύσαρκες μητέρες έχουν αυξημένο κίνδυνο για πρώιμο από κάθε αίτιο θάνατο και καρδιαγγειακό θάνατο ως ενήλικες, σύμφωνα με μια ανάλυση δεδομένων από σχεδόν 30.000 γυναίκες και 40.000 τέκνα στην Σκωτία.

Η Rebecca M. Reynolds, PhD, καθηγήτρια της metabolic medicine in the Endocrinology Unit, British Heart Foundation/University Centre for Cardiovascular Science at the University of Edinburgh Queen's Medical Research Institute, United Kingdom, και οι συνεργάτες της αναφέρουν τα ευρήματά τους σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε διαδικτυακά στις13 Αυγούστου στο BMJ.

¨Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι το ενδομήτριο περιβάλλον έχει μια καθοριστική και μακροχρόνια επίδραση στον κίνδυνο της πρώιμης θνησιμότητας των απογόνων¨, γράφουν οι συντάκτες.

Τα στοιχεία συλλέχθηκαν από τα μητρώα γεννήσεων, το Γενικό Μητρώο των θανάτων στη Σκωτία, και τα αρχεία καταγραφής Νοσηρότητας της Σκωτίας, από το 1950 έως σήμερα. Οι πρώτες μετρήσεις αφορούσαν τους θανάτους και τις νοσηλείες για καρδιαγγειακά συμβάματα μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2012, σε άτομα ηλικίας από 34 έως 61 ετών, κατά το διάστημα της παρακολούθησης.

Η μελέτη συμπεριέλαβε 28.540 γυναίκες, των οποίων ο δείκτης μάζας σώματος (BMI) μετρήθηκε κατά την πρώτη προγεννητική επίσκεψη τους, και 37.709 τέκνα τους. Συνολικά, το 21% (n = 5993) των μητέρων ήταν υπέρβαρες, και 4% (n = 1141) ήταν παχύσαρκες.

Στα τέκνα, σημειώθηκαν 6551 θάνατοι από κάθε αίτιο. Οι υψηλότερες αιτίες θανάτου ήταν η καρδιαγγειακή νόσος (24% των θανάτων στους άνδρες και 13% των θανάτων σε γυναίκες) και ο καρκίνος (26% των θανάτων στους άντρες και το 42% των θανάτων στις γυναίκες).

Η θνησιμότητα από κάθε αίτιο αυξήθηκε σημαντικά σε αυτούς που γεννήθηκαν από μητέρες που ήταν παχύσαρκες (hazard ratio [HR], 1,18 95% confidence interval [CI], 1,03 - 1,35). Επιπλέον, υπήρξε μια μη στατιστικά σημαντική τάση για αύξηση του κινδύνου στα τέκνα των μητέρων που ήταν υπέρβαρες (HR, 1,02 95% CI, 0,95 έως 1,09). Αυτό το μοντέλο ήταν το ίδιο και στο σύνολο της έρευνας σε μητέρες με μετρήσεις του BMI τους που λήφθηκαν 20 εβδομάδες πριν την εγκυμοσύνη.

Σε διορθωμένη ανάλυση, ο δείκτης του κινδύνου θνησιμότητας αυξήθηκε τόσο για τα τέκνα των υπέρβαρων (προσαρμοσμένη HR [ AHR ] αναλογία 1,11 95% CI, 01.03 - 01.19) όσο και των παχύσαρκων (AHR, 1,35 95% CI, 1,17 έως 1,55) μητέρων. Οι ερευνητές στάθμισαν την κύηση: το προσλαμβανόμενο βάρος, την ηλικία της μητέρας κατά τον τοκετό, την κοινωνική τάξη, την ηλικία των τέκνων, το βάρος γέννησης και το φύλο των τέκνων.

Επιπλέον, το αυξημένο βάρος (AHR, 1,19 95% CI, 01.09-01.30) και η παχυσαρκία (AHR, 1.40 95% CI, 1,17 έως 1,68) στις μητέρες σχετιζόταν σημαντικά με πρώιμο θάνατο από κάθε αίτιο στα τέκνα. Δεν υπήρχε συσχέτιση μεταξύ του βάρους γέννησης και της θνησιμότητας, και δεν υπήρχε αλληλεπίδραση μεταξύ του βάρους γέννησης και της μητρικής παχυσαρκίας όσον αφορά την έκβαση.

Αυξημένοι καρδιαγγειακοί κίνδυνοι.

Συνολικά, το 7,6% των τέκνων είχε νοσηλευτεί για καρδιαγγειακό επεισόδιο. Σταθμίζοντας άλλους παράγοντες, όπως το αυξημένο βάρος της μητέρας (AHR, 1,15. 95% CI, 01.04-01.26) ή την μητρική παχυσαρκία (AHR, 1,29 95% CI, 1,06 έως 1,57) υπήρχε σημαντική συσχέτιση με αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακό επεισόδιο στα τέκνα σε κάθε νοσηλεία για καρδιαγγειακή νόσο και για όλες τις καδιαγγειακές νόσους συνδιασμένα.

Το αυξημένο βάρος των μητέρων συσχετίστηκε σημαντικά με άλλες αγγειακές εγκεφαλικές νόσους (AHR, 1,61 95% CI, 1,10 έως 2,36), περιφερική αρτηριοπάθεια (AHR, 1,52 95% CI, 01.10 - 02.10), και άλλες καρδιαγγειακές νόσους (AHR, 1.13 95% CI, 01.02 - 01.26) στα τέκνα.

Η μητρική παχυσαρκία επίσης συνδεόταν σημαντικά και με άλλες καρδιαγγειακές νόσους (AHR, 1,31 95% CI, 1,05 έως 1,63). Παρόμοια φαινόμενα παρατηρούνται όταν τα δεδομένα από τις γυναίκες με καταγραφή του BMI στην αρχή της εγκυμοσύνης αναλύθηκαν ξεχωριστά και όταν οι αναλύσεις έγιναν μετά την στάθμιση της τρέχουσας κοινωνικοοικονομικής κατάστασης.

Το βάρος θα πρέπει να λαμβάνεται υπ΄όψην εγκαίρως.

Τέλος, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι πιθανότητες θανάτου ήταν υψηλότερες στα τέκνα που γεννήθηκαν από μητέρες με χαμηλό ή υψηλό BMI σε σύγκριση με τις μητέρες με ΔΜΣ 23 kg/m2. Οι πιθανότητες θανάτου ήταν χαμηλότερες στα τέκνα που γεννήθηκαν από γυναίκες με ΔΜΣ από 24 έως 28 kg/m2.

Σε ένα συνοδευτικό άρθρο, η Dr. Pam Factor - Litvak, PhD, επίκουρη καθηγήτρια επιδημιολογίας στο Department of Epidemiology at Mailman School of Public Health, Columbia University, New York City, σημειώνει ότι η μελέτη αφήνει δύο αναπάντητα ερωτήματα: Ποιος είναι ο ρόλος του αρχικού μεταγεννητικού περιβάλλοντος μετά τον τοκετό; Ποιος είναι ο ρόλος της παχυσαρκίας κατά την εγκυμοσύνη;

Οι στόχοι της διατροφής και της άσκησης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εξισορροπούν τους κινδύνους της ανάπτυξης του εμβρύου, καθώς και τις γυναικολογικές και μητρικές επιπλοκές, γράφει η Dr. Factor - Litvak. Ωστόσο, τα αποτελέσματα των μελετών για τη μητρική παχυσαρκία και τις επιπτώσεις της στους απογόνους υποδηλώνουν ότι οι παρεμβάσεις θα πρέπει να αρχίσουν πριν από την εγκυμοσύνη.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

  1. R. M. Reynolds, K. M. Allan, E. A. Raja, S. Bhattacharya, G. McNeill, P. C. Hannaford, N. Sarwar, A. J. Lee, S. Bhattacharya, J. E. Norman. Maternal obesity during pregnancy and premature mortality from cardiovascular event in adult offspring: follow-up of 1 323 275 person yearsBMJ, 2013; 347 (aug13 1): f4539

http://www.bmj.com/content/347/bmj.f4539

  1. P. Factor-Litvak. Maternal obesity and heart disease in the offspringBMJ, 2013; 347 (aug13 1): f4960

http://www.bmj.com/content/347/bmj.f4960