Μικρή μελέτη δείχνει οφέλη από τη σπειρονολακτόνη στην ανθεκτική υπέρταση

29/7/2013

 

Η προσθήκη της σπειρονολακτόνης σαν θεραπευτική επιλογή σε ασθενείς με ανθεκτική υπέρταση και σακχαρώδη διαβήτη μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στη μείωση της αρτηριακής πίεσης ,σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας νέας μελέτης.

 

Αυτοί οι δυσρύθμιστοι ασθενείς , που ήδη λάμβαναν κάποιο συνδυασμό διουρητικών, ΜΕΑ, Ανταγωνιστές Υποδοχέων Αγγειοτενσίνης (ΑΥΑ), Ανταγωνιστές Διαύλων Ασβεστίου και Β-αποκλειστές παρουσίασαν σημαντική μείωση της συστολικής και διαστολικής τους πίεσης, χωρίς αυξημένο κίνδυνο παρενεργειών ,αναφέρουν οι ερευνητές.

 

Η Dr Christina Oxlund (Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Odense,Δανία), συντονίστρια της έρευνας ,παρουσίασε τα αποτελέσματα στη συνεδρίαση Νέων κλινικών δοκιμών στο European Society of Hypertension (ESH) 2013 Scientific Sessions .

Η μελέτη συμπεριέλαβε διαβητικούς ασθενείς με αρχική ΑΠ>130/80 mm Hg παρά την θεραπεία με τρία ή περισσότερα αντιυπερτασικά σκευάσματα. Συνολικά 61 ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν και έλαβαν σπειρονολακτόνη 25 mg και 58 έλαβαν placebo.Η δόση της σπειρονολακτόνης τιτλοποιήθηκε ανάλογα και το 44% των ασθενών κατέληξαν να λαμβάνουν τη δόση των 50-mg.Όλοι οι ασθενείς λάμβαναν κάποιο διουρητικό, το 51% λάμβανε υδροχλωροθειαζίδη , και 51% λάμβαναν ΜΕΑ, 38% ΑΥΑ, 50% Β-αποκλειστή και 84% αναστολέα διαύλων ασβεστίου.

 

Μετά 4 μήνες ,η συστολική πίεση δεν είχε μεταβληθεί στην ομάδα των ασθενών που λάμβαναν placebo, αλλά είχε σημαντικά μειωθεί στην ομάδα της σπειρονολακτόνης .Το ίδιο παρατηρήθηκε και στη περίπτωση της διαστολικής πίεσης. Η ημερήσια αρτηριακή πίεση με 24ωρη φορητή καταγραφή της, που ήταν το κύριο καταληκτικό σημείο, ελαττώθηκε κατά 8.9/3.7 mm Hg.Οι άλλες μετρήσεις είχαν μείωση επίσης, ιδιαίτερα η νυχτερινή αρτηριακή πίεση, που ελαττώθηκε σε παρόμοιο βαθμό. Η μέγιστη ελάττωση επιτεύχθηκε στις 8 εβδομάδες. Μετά το σημείο αυτό δεν παρατηρήθηκαν περαιτέρω μεταβολές.

 

Όσον αφορά σε σημαντικά δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία, οι ερευνητές παρατήρησαν αύξηση στα επίπεδα καλίου ορού, που ήταν σημαντική στην ομάδα της σπειρονολακτόνης 0.3 mmol/L,αλλά όχι και στην ομάδα placebo.Στην ομάδα της σπειρονολακτόνης υπήρχε επίσης σημαντική αύξηση μέχρι και 6 µmol/L των επιπέδων της κρεατινίνης ορού. Παρόλα αυτά η μείωση στην εκτιμώμενη σπειραματική διήθηση (eGFR) δεν διέφερε σημαντικά στις δύο ομάδες. Η απέκκριση της αλβουμίνης ούρων ήταν σημαντικά μειωμένη στους ασθενείς που λάμβαναν σπειρονολακτόνη.

 

Η κύρια παρενέργεια όπως ήταν αναμενόμενο ,ήταν η υπερκαλιαιμία. Αυτό οδήγησε στη διακοπή της χορήγησης σε μία περίπτωση και σε μείωση της δοσολογίας σε άλλες 3.Η σπειρονολακτόνη διεκόπη σε έναν ασθενή λόγω σοβαρής υπότασης. Δεν παρατηρήθηκαν περιπτώσεις γυναικομαστίας στην κλινική δοκιμή.

 

Γενικά η θεραπεία φαίνεται ασφαλής και καλά ανεκτή στην ομάδα των δυσρύθμιστων ασθενών και πρέπει να διενεργηθούν μεγαλύτερες μελέτες για να καθοριστεί εάν το φάρμακο μπορεί να προσφέρει επιπλέον κλινικά οφέλη στους ασθενείς με ανθεκτική υπέρταση.